ENG

Armagnac aficionados

A A

Το Armagnac είναι απόσταγμα κρασιού, στην κατηγορία των brandies, με ονομασία προέλευσης από την ομώνυμη περιοχή στη Γασκώνη της Νοτιοδυτικής Γαλλίας, βόρεια των Πυρηναίων. Αν και σχετικά απομονωμένη, η περιοχή κατακτήθηκε από πολλούς λαούς, με τους Ρωμαίους να αφήνουν το στίγμα τους και επί των ημερών τους να εμφανίζονται οι πρώτες φυτεύσεις και καλλιέργειες αμπελιών. Καθώς βρισκόταν πάνω στο πέρασμα των τριών από τους τέσσερις μεγάλους δρόμους της εποχής του Αγίου Ιακώβου που οδηγούσαν στην Κομποστέλα της Ισπανίας, συγκέντρωνε πολυάριθμους ταξιδευτές από τα βόρεια και ανατολικά, γεγονός που οδήγησε σε σημαντική γαστρονομική και οινική ανάπτυξη. Αυτή, ωστόσο, η ιδανική κατάσταση άλλαξε με τις συγκρούσεις και τους πολέμους που απείλησαν και τους αμπελώνες. Βασικό λόγο έπαιξε και η γεωγραφική θέση της περιοχής. Καθώς ήταν αρκετά απομακρυσμένη, συνεπώς. αποκομμένη από τα κέντρα διακίνησης, η παρεμπόδιση από τους Μπορντολέζους στη διακίνηση των αγαθών από το ποτάμι που οδηγούσε στο λιμάνι του Bordeaux, είχε ως αποτέλεσμα το κρασί του Armagnac να μένει απούλητο. Εδώ όμως, εμφανίζονται οι Ολλανδοί έμποροι, οι οποίοι ανακαλύπτουν ένα… σωτήριο κενό στο «Μεγάλο προνόμιο των κρασιών του Bordeaux». Η νομοθεσία που επικαλούνται οι παραγωγοί και έμποροι της πόλης, επιτρέπει τη διακίνηση από το λιμάνι της, αποκλειστικά των κρασιών του Bordeaux. Δεν κάνει όμως αναφορά στα αποστάγματα, άρα και στη διακίνησή τους. Έτσι, τεράστιες ποσότητες κρασιού μετατρέπονται σε ακατέργαστα αποστάγματα, τα οποία μεταφέρονται από τους Ολλανδούς και διοχετεύονται στους λαούς του Βορρά.

Περιοχές και σταφύλια
Σύμφωνα με το διάταγμα της 25ης Μαΐου 1909, οι περιοχές παραγωγής του armagnac είναι τρεις: το Bas-Armagnac, που φημίζεται για εκλεκτής ποιότητας αποστάγματα, το Ténarèze και το Haut-Armagnac. Όλες τους έχουν παρόμοιες κλιματολογικές συνθήκες, με μέση θερμοκρασία 20οC για το καλοκαίρι και 7οC τον χειμώνα. Και οι βασικές ποικιλίες σταφυλιών που καλλιεργούνται για την παραγωγή του αποστάγματος είναι οι: Ugni Blanc, Colombard, Folle Blanche (η αρχική ποικιλία που χρησιμοποιήθηκε για την παραγωγής του αποστάγματος), Folle Jaune, Jurancon, Blanquette, Mauzac, Clairette και Meslier.

Η παραγωγή
Οι πρώτοι άμβυκες που χρησιμοποιήθηκαν για την παραγωγή του armagnac ήταν ασυνεχείς, όμοιοι με αυτούς του Cognac. Αργότερα ανακαλύφθηκε ο άμβυκας συνεχούς λειτουργίας, ο τύπος, δηλαδή, που σύμφωνα με τη γαλλική νομοθεσία, χρησιμοποιούν οι αποσταγματοποιοί και σήμερα. Η συσκευή -με όλα της τα τμήματα χάλκινα- αποτελείται από μια εστία, πάνω από την οποία βρίσκεται ένας βραστήρας και μια στήλη με 5-15 δίσκους. Ο κάθε δίσκος διαθέτει μια εικοσάδα από θήκες, καθεμιά τους εφοδιασμένη με σωλήνα αναβρασμού. Οι σωλήνες έχουν σαν σκοπό να αναγκάσουν τους ατμούς της αλκοόλης να περάσουν μέσα από το κρασί.

Και η διαδικασία παραγωγής έχει ως εξής: το κρασί ρέει συνεχώς προς την κορυφή της στήλης απόσταξης, οι αλκοολούχοι ατμοί ψύχονται, αρχικά περνώντας από μια σερπαντίνα βυθισμένη μέσα στο κρασί που οδηγείται για απόσταξη. Στη συνεχεία, ο αλκοολούχοι ατμοί υγροποιούνται πλήρως, περνώντας από το ψυγείο νερού. Το παραγόμενο απόσταγμα, με αλκοολικό τίτλο μεταξύ 52-72% vol., είναι ιδιαίτερα άγριο και αρκετά αρωματικό, με το άρωμά του να θυμίζει έντονα το κρασί παραγωγής του. Για την παλαίωσή του χρησιμοποιούνται βαρέλια δρυός από το δάσος Μοnlezun. Το ξύλο της συγκεκριμένης δρυός, με μεγάλη περιεκτικότητα σε τανίνες, είναι ικανό να μειώσει την αγριότητα των νεαρών αποσταγμάτων.

Μετά την παλαίωση, τα αποστάγματα βγαίνουν από τα βαρέλια και ακολουθεί η φίνα δουλειά του χαρμανιάσματος, με τον υπεύθυνο να αναμειγνύει γεύσεις, αρώματα και ηλικίες, για να πετύχει την πολυπόθητη γεύση. Στο τελικό προϊόν, η μείωση του αλκοολικού τίτλου στους 40% vol., γίνεται με την προσθήκη αποσταγμένου νερού, σταδιακά, σε διάστημα τουλάχιστον δυο μηνών.

Οι κατηγορίες των armagnac
Οι κατηγορίες των armagnac, ίδιας λογικής με αυτή των cognac, υποδεικνύουν τα έτη παλαίωσης του νεότερου από τα αποστάγματα που συμμετέχουν στο τελικό χαρμάνι. Έτσι, τα 3 και τα 5 αστέρια υποδηλώνουν ότι το νεότερο απόσταγμα έχει παλαιώσει για τουλάχιστον δυόμισι χρόνια σε βαρέλι.

Οι ενδείξεις V.O. (Very Old), VSOP (Very Superior Old Pale) και Reserve σημαίνουν πως το νεότερο απόσταγμα είναι τουλάχιστον τεσσεράμισι ετών, ενώ οι ενδείξεις Grande Reserve, Vieille Reserve, Extra, Extra Old (XO) και Napoleon υποδεικνύουν κατώτερη ηλικία παλαίωσης έξι χρόνων.

Ετικέτες με τον χαρακτηρισμό Vintage υποδηλώνουν αποστάγματα αποκλειστικά από μια σοδειά, την οποία και αναγράφουν. Κυκλοφορούν επίσης αρκετά armagnac που έχουν ωριμάσει για πολύ μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα από τα αναφερόμενα. Αυτά διακρίνονται από την ένδειξη Hors d' Age.

Ανεπανάληπτος χαρακτήρας
Ένα καλό armagnac εμφανίζει μια ανεπανάληπτη γκάμα αρωμάτων. Όταν είναι νεαρό, έχει σαν κύριο γνώρισμα το άρωμα της βιολέτας. Μετά τον πρώτο χρόνο, όμως, αρχίζει να διαφοροποιείται. Τότε παρουσιάζονται τα αρώματα λουλουδιών και φρούτων. Ακολουθούν τα αρώματα βανίλιας, άσπρου πιπεριού και φουντουκιού.

Απολαύστε το…
σε στρογγυλά, ευρύχωρα ποτήρια με στενό στόμιο. Τα τοιχώματα του ποτηριού πρέπει να είναι λεπτά και διαφανή, έτσι ώστε η θερμότητα και το φως να το διασχίζουν με ευκολία.

Πίνεται σκέτο, σε θερμοκρασία περιβάλλοντος. Μπορούμε ωστόσο, το ίδιο εύκολα να το συνδυάσουμε με αλμυρές γεύσεις, όπως με εξαιρετικά παλαιωμένα γαλλικά τυριά ή με ωριμασμένα αλλαντικά, αλλά και με γλυκές γεύσεις, για παράδειγμα αρωματικές καραμελωμένες τάρτες με φρέσκα φρούτα (ιδιαίτερα τάρτες με μήλα, φρέσκα δαμάσκηνα και ώριμα ροδάκινα), γλυκά με φρέσκια βανίλια και φίνες κρέμες με αρώματα καραμέλας και βουτύρου.
Επίσης, εξαιρετικός σύντροφος ενός παλαιωμένου Armagnac είναι η πικρή σοκολάτα και οι φρεσκοκαβουρδισμένοι ξηροί καρποί.