ENG

Νότια Αφρική

A A

Σε όλη την Αφρικανική Ήπειρο, που απαρτίζεται από σχεδόν 50 χώρες, μόνο σε 8 υπάρχουν οι συνθήκες που επιτρέπουν την αμπελοκαλλιέργεια και την παραγωγή κρασιού. Από αυτές, η Δημοκρατία της Νοτίου Αφρικής αποτελεί την σημαντικότερη εκπρόσωπο, τόσο σε όγκο (7η σε παραγωγή στον κόσμο), όσο και σε ποιότητα.

Ιστορία και εξέλιξη
Βιβλιογραφικά, η Νότια Αφρική συγκαταλέγεται στις χώρες του Νέου Κόσμου (μαζί με την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία, τη Χιλή, την Αργεντινή κτλ). Η οινοπαραγωγή της ωστόσο, «κουβαλάει» μια ιστορία 3 αιώνων. Η ιστορία της Νοτίου Αφρικής συνδέεται άρρηκτα με το αποικιακό εμπόριο που αναπτύχθηκε τον 17ο αι. και τις προσπάθειες των Ολλανδών να αποικίσουν τις πλούσιες και παρθένες περιοχές του Ινδικού Ωκεανού. Το ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας και γενικότερα η περιοχή του Cape Town αποτελούσε ιδανικό σημείο για ενδιάμεσο σταθμό ανεφοδιασμού. Έτσι η εποίκιση και η ανάπτυξη της περιοχής ήταν φυσικό επακόλουθο. Τα πρώτα δείγματα αμπελοκαλλιέργειας και οινοποίησης φέρουν την υπογραφή των Ολλανδών, που θεωρούνται οι πιονιέροι της οινικής βιομηχανίας, άν και ουδέποτε θεωρήθηκε το «δυνατό» τους χαρτί. Ακριβώς εκείνη την περίοδο στην Ευρώπη μαίνεται ο πόλεμος των Καθολικών με τους Προτεστάντες. Η νίκη των πρώτων οδήγησε σε κύματα αποίκων–εξόριστων από τη Γαλλία, οι οποίοι έφτασαν τελικά και στη Νότιο Αφρική, φέρνοντας μαζί και τις συνήθειές τους. Έτσι, η ουσιαστική έναρξη της αμπελοκαλλιέργειας τοποθετείται χρονικά το 1688.

Η πορεία δεν θα είναι στρωμένη με δάφνες. Η προσβολή από την φυλλοξήρα, στα τέλη του 19ου αι., αλλά και οι μεγάλες παραγωγές από συνεταιρισμούς τον 20ο αι., είχαν σαν αποτέλεσμα η Νότιος Αφρική να μην έχει να επιδείξει αξιόλογα δείγματα. Τα παραπάνω, σε συνδυασμό με τον διεθνή εμπορικό αποκλεισμό λόγω του Apartheid (επίσημη θέση της κυβέρνησης με άξονα τον φυλετικό διαχωρισμό των πολιτών), από το 1948 μέχρι το 1994, οδήγησε στην εσωστρέφεια και σε μια μάλλον χαμηλού επιπέδου αγορά  χωρίς οράματα και προσδοκίες. Η απελευθέρωση του Nelson Mandela το 1994 έρχεται να σημάνει ένα νέο ξεκίνημα (τουλάχιστον τυπικά). Οι διεθνείς αγορές άνοιξαν τις πόρτες τους και τα εξωτικά κρασιά της Νοτίου Αφρικής άρχισαν να αποτελούν πόλο έλξης. Το χαμηλό εργατικό κόστος και η σχετικά φτηνή γη αποτέλεσαν κίνητρα για τους ευρωπαίους επενδυτές.

Σε λιγότερο από μια εικοσαετία δημιουργήθηκε ένα δίκτυο από οινοποιεία και αγροτοτουριστικές εγκαταστάσεις σημαντικών επενδύσεων, ικανό να προσελκύσει τουρισμό υψηλού κύρους που λειτουργεί και ως μέσο προβολής των οινικών προϊόντων τους σε όλο τον κόσμο.

Σήμερα, έχοντας δώσει το στίγμα τους στην παγκόσμια οινική κοινότητα και αφού ξέφυγαν από την αγωνία να πλασαριστούν έξυπνα στις διεθνείς αγορές, με πλεονέκτημα τις χαμηλές τιμές, προσπαθούν να αναδείξουν τη δυναμική τους σε επίπεδο terroir. Με πρότυπο τη Νέα Ζηλανδία, παράγουν κρασιά με τονισμένη την προέλευση της περιοχής.

Αμπελουργικές περιοχές και ποικιλίες

Η περιοχή όπου έχει αναπτυχθεί η αμπελοκαλλιέργεια, βρίσκεται στο δυτικό και το νότιο τμήμα της Νοτίου Αφρικής. Τόσο τα εδάφη, όσο και οι επιδράσεις από τον Ινδικό και τον Ατλαντικό Ωκεανό, δημιουργούν αξιόλογες συνθήκες για την παραγωγή οίνων ποιότητας. Οι μεγάλοι ορεινοί όγκοι που προστατεύουν τους αμπελώνες και οι σημαντικές διαφορές ως προς τον προσανατολισμό, δημιουργούν τη δυναμική για τη φύτευση διαφόρων ποικιλιών.

Λευκές ποικιλίες
Η βασική ποικιλία, η πιο δημοφιλής αλλά και συνώνυμη της Νοτίου Αφρικής, είναι το υπερπαραγωγικό Chenin Blanc ή όπως λέγεται από τους ντόπιους, Steen. Για πάρα πολλά χρόνια αποτέλεσε -λόγω του εύκολου εγκλιματισμού του, αλλά και της δυνατότητας παραγωγής υψηλών αποδόσεων- την κύρια λευκή ποικιλία. Η στροφή όμως των τελευταίων χρόνων το φέρνει να χάνει έδαφος και να δίνει τη σκυτάλη κυρίως στο Sauvignon Blanc, που δείχνει να έχει ταυτότητα και προσωπικότητα, κυρίως στις περιοχές Stellenbosch, Robertson και Franschhoek. Επίσης πολύ καλή προσαρμογή εμφανίζουν και οι Μοσχάτες ποικιλίες όπως το Μοσχάτο Αλεξανδρείας, που εδώ λέγεται Hanepoot, το Muscadel και το Muscat de Frontignac. Επίσης συναντάμε ενδιαφέρουσες προτάσεις από Colombard, Semillon και Chardonnay.

Ερυθρές ποικιλίες

Από τις ερυθρές ποικιλίες, το αντίστοιχο γηγενές του Chenin Blanc είναι το Pinotage. Το 1924, ο καθηγητής Abraham Perold, πειραματιζόμενος με τις ποικιλίες Hermitage (το όνομα του Cinsaut για τη Νότιο Αφρική) και Pinot Noir, δημιουργεί την εθνική ποικιλία της Νοτίου Αφρικής. Το 1959 το οινοποιείο Bellevue, από την περιοχή Bottelary Pocket στο Stellenbosch, εμφανίζει στη Διεθνή Έκθεση Κρασιών του Cape Town ένα κρασί από μια άγνωστη ποικιλία που σαρώνει όλα τα βραβεία και εντυπωσιάζει. Το οινοποιείο Kanonkop Estate αρπάζει την ευκαιρία και μετά από 2 χρόνια έρευνας κυκλοφορεί το πρώτο Pinotage, από τον τρύγο του 1961. Έκτοτε και περνώντας από χίλια κύματα, με καλές και κακές χρονιές, αποτελεί τη σημαία της Νοτίου Αφρικής και πολύ νέοι παραγωγοί έχουν επιδοθεί σε έναν αγώνα δρόμου για την παραγωγή ενός Pinotage που θα κερδίσει τα φώτα της δημοσιότητας και θα μπει στο Πάνθεον των «μεγάλων» κρασιών.

Επώνυμα κρασιά
Λίκνο του νοτιοαφρικανικού κρασιού θεωρείται η Constantia, μια εξαιρετικά μικρή περιοχή στα περίχωρα του Cape Town στους πρόποδες του Table Mountain, που με την επίπεδη κορυφή του (απ’ όπου και το όνομα, ενώ τα σύννεφα που συχνά το κρύβουν τα αποκαλούν τραπεζομάντιλα: tablecloths) δεσπόζει πάνω από την πόλη και αποτελεί σημείο συνάντησης των ανέμων από Ινδικό και Ατλαντικό. Το κρασί από την περιοχή της Constantia  και από την ποικιλία Muscat de Frontignac, το Vin de Constance, θεωρείται το καλύτερο κρασί της Νοτίου Αφρικής και για πολλά χρόνια προμήθευε τις βασιλικές αυλές της Ευρώπης σαν ένα σπάνιο οινοποιητικό διαμάντι από τη μαύρη Ήπειρο. Ακόμα και σήμερα, λόγω της περιορισμένης παραγωγής, θεωρείται ένα από τα σπάνια γλυκά κρασιά που συναντούμε σε δημοπρασίες, αφού η δυνατότητα παλαίωσής του μπορεί να ξεπεράσει τα 100 χρόνια!!

Σήμερα, δεν είναι λίγοι και οι flying winemakers που συχνά-πυκνά ρίχνουν τη ζαριά τους στα οινοποιεία της Νοτίου Αφρικής παράγοντας κρασιά κυρίως από Cabernet Sauvignon, Merlot, Syrah ή Petit Verdot.

Το καλύτερο παράδειγμα του τι μπορεί να παράγει η Νότια Αφρική, έρχεται από την περιοχή Swartland Pocket, βόρεια του Paarl. Το οινοποιείο Sadie Family Wines παράγει το Columella, μια ανάμειξη Shiraz με Mourverde, με παραμονή 24 μηνών στη φιάλη και… 24 λεπτών στα ράφια των wine stores. Το κρασί εξαφανίζεται κυριολεκτικά και όποιος το αντικρίζει ή το πιάνει στα χέρια του θεωρείται… συλλεκτικός. Για το κρασί ούτε λόγος. Ανάρπαστο. Ο ίδιος οίκος παράγει και ένα λευκό που ακούει στο όνομα Palladius, από Chenin Blanc, Viognier, Grenache και Chardonnay, που λόγω της δυναμικής του ερυθρού, εξαφανίζεται με τους ίδιους ρυθμούς.