της χημικού-οινολόγου Λίζας Βιντζηλαίου
Παρότι είχαν παραχθεί ποιοτικά κρασιά από Σαββατιανό του Αττικού αμπελώνα ήδη από τη δεκαετία του ’60, η εικόνα της ποικιλίας μέχρι πριν 10 περίπου χρόνια παρέμενε χαμηλή στις εκτός Ελλάδας αγορές αλλά και στην ελληνική αγορά.
Οι προσπάθειες για ποιοτικό εμφιαλωμένο από τις μεγάλες εταιρίες όπως η Καμπάς, η Μπουτάρης άνοιξαν μεν τον δρόμο για το ελληνικό κρασί όπως το ξέρουμε σήμερα, δεν προσέδωσαν, όμως, κάποια υπεραξία στην ποικιλία.
Η δουλειά των εμβληματικών μικρών παραγωγών της περιοχής, όπως η άοκνη Ρωξάνη Μάτσα και το Κτήμα Κοκοτού συνέβαλαν στο να μπει η Αττική, ως περιοχή παραγωγής ποιοτικών κρασιών, στη συνείδηση του καταναλωτή. Όμως και σε αυτές τις περιπτώσεις το άρμα της αλλαγής το έσυραν κυρίως ποικιλίες όπως η Μαλαγουζιά, το Ασύρτικο καθώς και ξένες ποικιλίες.
Το Σαββατιανό, παρότι ήταν η ποικιλία του Κάβα Καμπά, του Lac des Roches, του Château Matsa, κρασιών με ευρεία αποδοχή, δεν μπόρεσε να αποτινάξει ευρέως την εικόνα της ποικιλίας του χύμα κρασιού χαμηλής ποιότητας. Ήταν μια εποχή που ο καταναλωτής αγόραζε ακόμη μάρκα κρασιού, οινικό σπίτι και όχι ακόμη την ποικιλία.
Οι τεράστιες ποσότητες φθηνής ρετσίνας και κακού αρετσίνωτου, που επί δεκαετίες αποτελούσαν το κρασί στο οποίο κατέληγε το Σαββατιανό της Αττικής, είχαν αφήσει ανεξίτηλη ακόμη αρνητική σφραγίδα στην εικόνα της ποικιλίας.
Από τη δεκαετία του ‘90 ο Βασίλης Παπαγιαννάκος, άρχισε συστηματικά με πείσμα και όραμα να υποστηρίζει το μονοποικιλιακό εμφιαλωμένο Σαββατιανό.
Με δεδομένη την καλή οινοποίηση αποφάσισε ότι αυτό που χρειαζόταν το Σαββατιανό και ο αττικός αμπελώνας ήταν ένας επαναπροσδιορισμός, ένα rebranding. Δούλεψε με πάθος ενάντια στην αντίληψη της αγοράς και της νοοτροπίας του χύμα. Πίστεψε στο σταφύλι και στόχευσε στην αναγνώριση του Σαββατιανού του ως κρασιού ποιότητας.
«Άντεξα 15 χρόνια τρομακτικής πίεσης μέχρι να επιβεβαιωθώ. Δεν ξέρω πόσο ακόμη θα άντεχα. Ήμουν διατεθειμένος να τα παίξω όλα για όλα. Θα θυσίαζα τη ζωή μου γιαυτό. Είναι ευτυχές ότι η εικόνα άλλαξε, ότι απολαμβάνουμε μεγάλη εκτίμηση, μεγάλη αποδοχή των προϊόντων, ότι δημιουργήθηκε μια ομάδα που πιστεύει στο Σαββατιανό.»
Έχοντας εμπειρία περισσότερων από 20 χρόνων στις εξαγωγές και έχοντας επιτύχει το στόχο του είναι πλέον σαφής ως προς τα βήματα που πρέπει να γίνουν.
Μαζί με τα άλλα μέλη των Wines of Athens* και την Ένωση Οινοπαραγωγών Αμπελώνα Αττικής** εργάζεται ώστε ο αττικός αμπελώνας, με το Σαββατιανό ως κυρίαρχη ποικιλία, να γίνει Π.Ο.Π. Είναι κοινή τους πίστη ότι είναι μια περιοχή που μπορεί να αναδειχθεί σε οινικό προορισμό, όπως η Τοσκάνη, η Βουργουνδία και η Rioja και ότι το Σαββατιανό μπορεί να γίνει παγκοσμίως γνωστό.
Χρυσάφι χαρακτηρίζει το Σαββατιανό της Αττικής, του ξηρικού αμπελώνα με τις χαμηλές στρεματικές αποδόσεις, τα ασβεστολιθικά εδάφη, τις καλές αποστραγγίσεις, την ηλιοφάνεια των 320 ημερών τον χρόνο, τα ελάχιστα ραντίσματα, το μελτέμι και τη θαλάσσια αύρα του νότιου Ευοϊκού.
Τι χρειάζεται τώρα;
Σύμφωνα με το Βασίλη Παπαγιαννάκο «η περιοχή στο σύνολό της πρέπει να αλλάξει νοοτροπία και να πιστέψει στις δυνατότητες που έχει ήδη αποδείξει ότι έχει το σταφύλι. Πρέπει να υπάρξει μια στροφή προς το εμφιαλωμένο κρασί με ποιοτικές προδιαγραφές από την πλειοψηφία των οινοπαραγωγών. Στη συνέχεια να γίνουν τα σωστά βήματα marketing, να υπάρξει σωστή τιμολογιακή και επικοινωνιακή πολιτική.»
Δεν πιστεύει ότι το Σαββατιανό πρέπει να είναι ένα ταπεινό και κατ’ανάγκην φθηνό κρασί. Πρέπει, όπως όλα τα κρασιά, να είναι τίμιο και να δίνει την ικανοποίηση που αντικατοπτρίζει η τιμή του. Δεν θεωρεί, όμως, ότι πρέπει τιμολογιακά να είναι ένα entry–level wine. Αποδεικνύοντας την ποιότητά του πρέπει να στοχεύσει στο να κερδίσει την αναγνώριση που του αξίζει.
H Ρωξάνη Μάτσα, έχοντας από τη δεκαετία του ’80 αποδείξει την αφοσίωσή της στον αττικό αμπλώνα και στα κρασιά ποιότητας, έχει μια διαφοροποιημένη προσέγγιση και αυτή είναι ότι η αλλαγή ξεκινάει από τη βάση.
Πιστεύει ότι «πρέπει στην ταβέρνα και στην αγορά να υπάρχει ένα εμφιαλωμένο Σαββατιανό σε μεγάλους όγκους και σε χαμηλή τιμή, καλοοινοποιημένο, ευπρεπές, ευκολόπιοτο, ένα vin plaisir (κρασί της απόλαυσης), ώστε να αλλάξει ευρέως η αντίληψη του κόσμου για την ποικιλία. Τα μεγάλα κρασιά από Σαββατιανό, στη συνέχεια, θα στηριχθούν στη βάση αυτή.»
Ως παράδειγμα χρησιμοποιεί τη Σαντορίνη και το μονοποικιλιακό Μοσχοφίλερο. Και στις δύο περιπτώσεις μεγάλες οινοπαραγωγοί εταιρίες, όπως η Μπουτάρης, με προσιτά και καλοοινοποιημένα κρασιά βοήθησαν να ανοιχθεί ο δρόμος πάνω στον οποίο, στη συνέχεια, τροχοδρόμησαν και απογειώθηκαν τα ποιοτικότερα κρασιά της Σαντορίνης και της Μαντινείας.
Είναι οι δύο φιλοσοφίες αντικρουόμενες ή μπορούν να συνυπάρξουν; Δεδομένου ότι και οι δύο βασίζονται στο εμφιαλωμένο κρασί με ποιοτικές προδιαγραφές, πιστεύω ότι υπάρχει ο χώρος και για τις δύο προσεγγίσεις.
Σε κάθε περίπτωση το Σαββατιανό της Αττικής έχει ήδη κάποια δεδομένα. Οινοποιοί όπως το Οινοποιείο Παπαγιαννάκου έχουν ήδη κάνει το όραμά τους πραγματικότητα και στοχεύουν πλέον στη διατήρηση και τη βελτίωση της δουλειάς στο αμπέλι και την οινοποίηση. Στοχεύουν σε ένα premium προϊόν με premium εικόνα και τιμή και έχουν ήδη ανοίξει τον δρόμο για να ακολουθήσουν και άλλοι.
* Wines of Athens: Κτήμα Γ. Κοκοτού, Αμπελώνες Μάρκου, Μυλωνάς Μικροοινοποιία, Οινοποιείο Παπαγιαννάκος, Οινοποιΐα Αναστασία Φράγκου
** ΕΝ.Ο.Α.Α.: Αμπελώνες Μάρκου, Άωτον, Ελληνικά Κελλάρια, Κελλάρι Παπαχρήστου, Κτήμα Βασιλείου, Οινοπαραγωγή Βασίλη Παναγιώτου, Κτήμα Δάβαρη, Κτήμα Εύοινος, Κτήμα Γ. Κοκοτού, Κτήμα Ρωξάνη Μάτσα, Boutari, Μεσογειακή Αυλή, Μυλωνάς Μικροοινοποιΐα, Οικογένεια Γεώργα, Οινοποιείο Παπαγιαννάκος, Οινοποιΐα Αλλαγιάννη, Αγγέλου Κρασιά, Αναγνώστου, Οινοποιΐα Αναστασία Φράγκου, Οινοποιΐα Α. Μεγαπάνος, Κτήμα Βασίλης Μάρκου, Οινοποιΐα Δαρεμά, Οινοποιΐα Γεώργιος Λαφαζάνης, Οινοποιΐα Νικολακόπουλος, Σίνης, Οινότρια Γη Κώστα Λαζαρίδη, Πύργος Πετρέζα, Το Πατητήρι, Ζαχαίος Πατητήρι, Οινοποιΐα Νικολού, Οινοποιΐα Λιεπουρη, Οινοποιΐα Γκίκα, Γεώργιος Δ. Παπαναστασίου, Οινοποιΐα Παπαχρήστου