ENG

Η λογοτεχνία στο πιάτο / Μαθήματα υψηλής μαγειρικής

A A

Διαβάζουμε αποσπάσματα από βιβλία που εστιάζουν στο φαγητό και το κρασί.
Το σημερινό κείμενο από τα «Μαθήματα υψηλής μαγειρικής» της Erica Bauermaister.


Διαφορετικοί άνθρωποι όπως μια έφηβη σερβιτόρα, μια νεαρή μητέρα, ένας χήρος, ένα ζευγάρι παντρεμένο πολλά χρόνια και άλλοι, παρακολουθούν μαθήματα μαγειρικής από τη Λίλιαν, μια διάσημη chef που έχει επηρεάσει την τοπική κοινωνία. Η αλήθεια είναι ότι τα μαθήματα είναι ένας τρόπος «διαφυγής» για τους μαθητές της Λίλιαν από τα μικρά ή μεγάλα προβλήματα που τους τυραννάνε. Όμως οι γεύσεις έχουν τη δύναμη να μεταμορφώνουν τους ανθρώπους. Τα μαγειρικά τερτίπια, τα αρώματα των υλικών, οι αισθαντικές γεύσεις εισβάλλουν στη ζωή των μαθητών, επηρεάζουν τις ζωές τους και κάποιες φορές τις συνδιαμορφώνουν. Ένα πραγματικά γλυκό μυθιστόρημα. Στο κείμενο που ακολουθεί παρακολουθούμε ένα μάθημα της Λίλιαν που περιλαμβάνει μαγειρική και γευσιγνωσία με καβούρια.
(«Μαθήματα υψηλής μαγειρικής» της Erica Bauermaister από τις εκδόσεις Κέδρος, 2010)


ΑΦΟΥ ΚΑΘΑΡΙΣΤΗΚΑΝ ΤΑ ΚΑΒΟΥΡΙΑ, η Λίλιαν εξήγησε ότι θα τα έψηναν στο φούρνο. «Θα φτιάξουμε μια σάλτσα που θα εισχωρήσει στο ψαχνό μέσα από το σπασμένο όστρακο. Ο καλύτερος τρόπος για να το φάτε είναι με τα χέρια σας».
Η τάξη ξαναπήρε τη θέση της απέναντι από τον ξύλινο πάγκο στο κέντρο της αίθουσας. Η Λίλιαν έβγαλε τα υλικά· βούτυρο, ψιλοκομμένο κρεμμύδι, ψιλοτριμμένη πιπερόριζα και σκόρδο, ένα μπουκάλι λευκό κρασί, πιπέρι, λεμόνια.
«Πρώτα θα λιώσουμε το βούτυρο», εξήγησε, «και ύστερα θα σοτάρουμε τα κρεμμύδια μέχρι να γίνουν διαφανή». Οι μαθητές άκουγαν το τσιτσίρισμα των κρεμμυδιών μόλις αυτά έπεφταν στην καυτή επιφάνεια. «Προσέξτε όμως να μη σκουρύνει το βούτυρο», προειδοποίησε η Λίλιαν, «γιατί θα μυρίζει καμένο».
Όταν το ψιλοκομμένο κρεμμυδάκι άρχισε να χάνεται μέσα στο βούτυρο, η Λίλιαν πρόσθεσε την πιπερόριζα· μια νέα γεύση, μισό φιλί και μισό χαστούκι. Ακολούθησε το σκόρδο, ένα μαλακό, ζεστό μαξιλάρι κάτω από την πιπερόριζα, και έπειτα το αλάτι και το πιπέρι.
«Μπορείτε να βάλετε μερικές νιφάδες κόκκινης πιπεριάς αν σας αρέσει», είπε η Λίλιαν, «και περισσότερο ή λιγότερο σκόρδο και πιπερόριζα ή άλλα υλικά, ανάλογα με τη διάθεση που έχετε ή αυτή που θέλετε να δημιουργήσετε. Τώρα», συνέχισε, «θα περιχύσουμε με τη σάλτσα το καβούρι και θα το ψήσουμε στο φούρνο».
«Καρλ, μπορείς να με βοηθήσεις;» Η Λίλιαν έδωσε ένα μπουκάλι λευκό κρασί στον Καρλ, ο οποίος έβγαλε το φελλό με τη δεξιοτεχνία κάποιου που είχε ζήσει πολλά χρόνια με γιορτές και δείπνα. «Τα λευκά κρασιά ταιριάζουν τέλεια με καβούρι».
Η Λίλιαν σερβίρισε το κρασί σε ποτήρια και προέτρεψε την Κλερ: «Θέλεις να τα μοιράσεις;»
Ένα - ένα, η Κλερ έδωσε τα ποτήρια στους μαθητές - στον Καρλ και στην Έλεν, στον Ίαν, στη γυναίκα με τα υπέροχα καστανά μάτια, στον θλιμμένο νεαρό άντρα, στη Χλόη με το μαύρο αϊλάινερ, στη γυναίκα με τα ασημί μαλλιά, που χαμογελούσε αφηρημένα σαν να γνώριζε την Κλερ - και γύρισε στη θέση της.
«Τώρα», είπε η Λίλιαν, «αυτό που θέλω από σας είναι να χαλαρώσετε. Ακούστε. Μείνετε ακίνητοι. Μυρίστε στον αέρα την αλλαγή καθώς ψήνονται τα καβούρια. Μην ανησυχείτε, θα σας δώσω χρόνο να γνωριστείτε αργότερα, τώρα όμως θέλω να συγκεντρωθείτε στις αισθήσεις σας».
Η Κλερ έκλεισε τα μάτια. Το δωμάτιο γύρω της ησύχασε καθώς οι μαθητές ακουμπούσαν τα σημειωματάριά τους στο πάτωμα και βολεύονταν στις καρέκλες τους. Η ανάσα της βάθυνε, γεμίζοντας τους πνεύμονές της και ηρεμώντας την καρδιά της. Ένιωσε τους ώμους της να χαλαρώνουν και το πιγούνι της να σηκώνεται, σαν να ήθελε να διευκολύνει τον αέρα να περάσει από τη μύτη της. Το άρωμα των υλικών που ζεσταίνονταν πλημμύρισε το δωμάτιο, πότισε το δέρμα της με μυρωδιές χυμώδεις και διεγερτικές, σαν την τεμπέλικη αναστάτωση που φέρνει ένα δάχτυλο όταν χαϊδεύει το εσωτερικό του μπράτσου σου. Όταν η Κλερ σήκωσε το ποτήρι στα χείλη της, το λευκό κρασί έσβησε προς στιγμή τις άλλες αισθήσεις με ένα καθαρό, δροσερό κύμα, για να επανέλθουν ύστερα από λίγο.
«Έχω ζεστάνει λίγο κρασί με φρέσκο χυμό λεμονιού», σημείωσε η Λίλιαν, «για να το προσθέσω την τελευταία στιγμή». Η Κλερ αισθάνθηκε τη ζέστη καθώς άνοιξε και έκλεισε η πόρτα του φούρνου, άκουσε το τσιτσίρισμα της σάλτσας πάνω στα καβούρια, ένιωσε τα αρώματα να εντείνονται και να αλλάζουν καθώς η Λίλιαν πρόσθεσε τα ζωηρά, παρθένα υλικά του λευκού κρασιού και του λεμονιού.
«Ωραία, λοιπόν, ανοίξτε τα μάτια σας. Ελάτε να δοκιμάσετε». Η Κλερ σηκώθηκε και πλησίασε στον πάγκο μαζί με τους άλλους μαθητές. Στάθηκαν ο ένας πλάι στον άλλο, με τους ώμους τους να αγγίζονται απαλά, και άπλωσαν προσεκτικά τα χέρια τους στο ταψί για να πάρουν μερικά κομμάτια από τα καβούρια, τα οποία έβαλαν στα πιατάκια που είχε η Λίλιαν στο τραπέζι.
«Απίστευτο, Καρλ», άκουσε η Κλερ την Έλεν δίπλα της να σχολιάζει χαμηλόφωνα. «Δοκίμασε». Η Έλεν έφερε τα δάχτυλά της που έσταζαν στο στόμα του Καρλ και του έδωσε μια μπουκιά. Γύρισε στην Κλερ.
«Δοκίμασες;»
Η Κλερ κούνησε το κεφάλι της αρνητικά. «Καίει πολύ ακόμα».
Η Έλεν τράβηξε επιδέξια ένα κομμάτι ψαχνό από το όστρακο. Χαμογέλασε όταν είδε την έκπληξη της Κλερ.
«Δάχτυλα από αμίαντο! Χρόνια βγάζω σουβλάκια ψαριού από το φούρνο. Έχει και τα καλά του! Λοιπόν, ξέχνα τα όλα και φάε».
«Μμμ», απάντησε η Κλερ και σήκωσε το καβούρι στο στόμα της, κλείνοντας ξανά τα μάτια της, αφήνοντας απέξω το δωμάτιο γύρω της. Το τρυφερό κρέας άγγιξε τη γλώσσα της και η γεύση την πλημμύρισε, περίπλοκη και πλούσια σαν παρατεταμένο βαθύ φιλί. Έφαγε μία ακόμη μπουκιά και ένιωσε τα πόδια της να πατούν γερά στο πάτωμα και τον υπόλοιπο εαυτό της να κυλάει σε ένα ποτάμι από πιπερόριζα και σκόρδο και λεμόνι και κρασί. Συνέχισε να στέκεται εκεί, όταν εκείνη η μπουκιά και η επόμενη και η μεθεπόμενη είχαν κατέβει, νιώθοντας το ποτάμι να φτάνει στριφογυριστά στα δάχτυλα των χεριών και των ποδιών της, στην κοιλιά της, στη βάση της σπονδυλικής της στήλης, λιώνοντας όλα τα κομμάτια της σε κάτι ζεστό και χρυσαφένιο. Πήρε βαθιά ανάσα, και εκείνη την ήρεμη στιγμή ένιωσε τον εαυτό της να επιστρέφει σε ένα ενιαίο σύνολο.
Αργά, η Κλερ άνοιξε τα μάτια της.