ENG

Κλωνική Επιλογή ή... Attack of the clones

A A

από τις: Μαίρη Λαλίκου & Μαρία Νέτσικα
σκίτσο: Ελίνα Στελετάρη

Η κλωνική επιλογή και η πιστοποίηση του πολλαπλασιαστικού υλικού των γηγενών ποικιλιών αμπέλου, είναι ένα θέμα που απασχολεί όλο και πιο έντονα τον χώρο του ελληνικού κρασιού.
Ζητήσαμε από επιστήμονες και ανθρώπους της αμπελουργίας να μας εξηγήσουν γιατί μας ενδιαφέρει τόσο η καλλιέργεια συγκεκριμένων κλώνων.


Στέφανος Κουνδουράς, καθηγητής Αμπελουργίας στο Τμήμα Γεωπονίας του Α.Π.Θ.


Τι είναι η κλωνική επιλογή; Τι επίδραση έχει στο σταφύλι και στο κρασί;

Για να αντιληφθεί κάποιος την κλωνική επιλογή θα πρέπει να καταλάβει τι σημαίνει, αρχικά, η λέξη ‘επιλογή’ στον πολλαπλασιασμό του αμπελιού. Επιλογή σημαίνει να επιλέξω το καλύτερο δυνατό αμπέλι απ’ όπου θα συλλέξω κληματίδες, δηλαδή μοσχεύματα, για να δημιουργήσω έναν νέο αμπελώνα. Η επιλογή αυτή γινόταν πάντοτε φαινοτυπικά, δηλαδή με βάση τα εξωτερικά χαρακτηριστικά, συνήθως αποκλείοντας κάποια ελαττωματικά φυτά. Αυτό το ονομάζαμε ‘μαζική επιλογή.’ Στην κλωνική επιλογή βασιζόμαστε στον ‘κλώνο’. Κλώνος δεν σημαίνει μία διαφοροποίηση εντός της ποικιλίας. Αυτό είναι ο βιότυπος. Ο κλώνος σχετίζεται με το γεγονός ότι έχουμε ένα και μοναδικό αρχικό φυτό και όλα τα φυτά θα προέλθουν, μετά από μία μακρά διαδικασία ελέγχων και αναπολλαπλασιασμών, από αυτό το ένα και μοναδικό αρχικό φυτό, είναι δηλαδή όλα τα φυτά κλώνοι αυτού του αρχικού φυτού. Όποτε, αντίθετα με τη μαζική επιλογή, έχει τεράστια σημασία αυτό το αρχικό φυτό να είναι σωστά επιλεγμένο, που σημαίνει τρία πράγματα: να είναι οπωσδήποτε της εν λόγω ποικιλίας, να είναι απαλλαγμένο από τις επικίνδυνες ιώσεις (ή αν δεν είναι να το εξυγιάνουμε εμείς, αλλά αυτό είναι εξαιρετικά δύσκολο και αβέβαιο) και τέλος να έχει επιλεγεί σωστά ως προς κάποια χαρακτηριστικά που ενδιαφέρουν τους παραγωγούς (δηλαδή αν ψάχνουμε έναν βιότυπο που να έχει πιο πρώιμη ωρίμανση, να είμαστε απόλυτα βέβαιοι γι’ αυτό, γι’ αυτό τον λόγο τα φυτά αυτά τα παρακολουθούμε για αρκετά χρόνια πριν αποφασίσουμε να τα επιλέξουμε για να ξεκινήσουμε από κει την παραγωγή των κλώνων). Άρα η σημασία της κλωνικής επιλογής έγκειται στο ότι εξασφαλίζει ,αφενός ένα ποιοτικό πολλαπλασιαστικό υλικό που εγγυάται την πιστότητα της ποικιλίας και την υγειονομική της κατάσταση, αφετέρου τα ειδικά χαρακτηριστικά που ψάχνει ο εκάστοτε παραγωγός.

Έτσι, μπορεί να πει κανείς ότι η σημασία της για το κρασί είναι ότι δίνει τη δυνατότητα στον οινοποιό να επιλέγει εκείνο τον κλώνο που ταιριάζει περισσότερο στα κρασιά που θέλει να φτιάξει. Δεν πρόκειται, δηλαδή, για κάτι τόσο εξωπραγματικό, αλλά ταυτόχρονα ούτε και τόσο καθοριστικό για την ποιότητα των κρασιών. Πολλές φορές μπορούμε να πετύχουμε πράγματα πιο εντυπωσιακά με τις αμπελουργικές τεχνικές. Επίσης, σημαντικό είναι ότι εξασφαλίζει την ποιότητα του υλικού που πουλιέται και με αυτό τον τρόπο μπορείς και να εξάγεις τις ποικιλίες σου, κάτι που σήμερα δεν μπορούμε να κάνουμε.

Ωστόσο, πρέπει να τονιστεί ότι αυτή τη στιγμή, αυτό που επείγει να κάνουμε στην Ελλάδα είναι, για τις 200 - 300 ποικιλίες που έχουμε, αρχικά να τις διασώσουμε ως ποικιλίες πριν πάμε στην παραγωγή κλώνων ή έστω να γίνουν παράλληλα. Γιατί το να προσπαθούμε να βγάλουμε κλώνους από τις 10-20 πιο γνωστές ελληνικές ποικιλίες όταν δεν είμαστε σίγουροι για τις άλλες 50-100 είναι λίγο ‘ανάποδο’.


Χαρούλα Σπινθηροπούλου, ειδικός αμπελουργίας, οινολόγος & οινοποιός

Πότε και πως ασχοληθήκατε με την κλωνική επιλογή; Ποιες ποικιλίες διερευνήσατε και ποια αποτελέσματα είχε η έρευνά σας;

H ενασχόλησή μου με την κλωνική επιλογή ξεκίνησε γύρω στο 1990, με το Ξινόμαυρο. Στη συνέχεια και μέσω διαφόρων ερευνητικών προγραμμάτων ασχολήθηκα με την κλωνική επιλογή των ποικιλιών: Ξινόμαυρο, Νεγκόσκα, Ροδίτης, Λημνιό, Μοσχοφίλερο, Κοτσιφάλι, Μανδηλάρι, Λιάτικο, Βιδιανό, Βηλάνα, Θραψαθήρι, Ασύρτικο, Αθήρι, Μοσχόμαυρο, Αγιωργίτικο κ.α.

Το πρόβλημα ήταν ότι όταν ξεκινήσαμε να ασχολούμαστε με την κλωνική επιλογή, δεν υπήρχε πρωτόκολλο στην Ελλάδα, οπότε όλη η δουλειά που κάναμε βασίστηκε κυρίως στο αντίστοιχο γαλλικό. Με ορισμένες τροποποιήσεις που πραγματοποιήσαμε τότε ως φυτώριο ΒΙΤΡΟ ΕΛΛΑΣ, το καταθέσαμε στο υπουργείο, ώστε να προχωρήσει η διαδικασία και να αναγνωριστεί όλη η δουλειά που είχαμε κάνει. Ήμουν… νια και γέρασα όμως περιμένοντας το πρωτόκολλο… Στη συνέχεια δραστηριοποιήθηκα σε άλλο τομέα.

Μετά το 2010 ξεκίνησαν να δραστηριοποιούνται στον χώρο και άλλοι συνάδελφοι, όπως ο Κώστας Μπακασιέτας που στράφηκε στο ENTAV και δούλεψε στη Γαλλία για την αναγνώριση των κλώνων, αφού έβλεπε την αργοπορία στην Ελλάδα και άλλοι (Φασουλής, Μελετίου κ.α.)

Στη ΒΙΤΡΟ, πάντως, είχαμε πολύ καλό υλικό για το Ξινόμαυρο, το Κοτσιφάλι, το Μαντηλάρι, το Βιδιανό, το Λημνιό, το Λιάτικο, το Μοσχόμαυρο κ.α., που είχαν τα χαρακτηριστικά κλώνου, αλλά δεν κυκλοφορούσαν ως πιστοποιημένο υλικό. Σήμερα υπάρχουν, προφανώς, κλώνοι και από άλλα φυτώρια διαθέσιμοι στην αγορά, αφού η δουλειά της κλωνικής επιλογής είναι μία συνεχής διαδικασία.

Το σημαντικό είναι το γεγονός ότι μέσα από τη διαδικασία της κλωνικής επιλογής καταφέρνεις και έχεις υγιή φυτά που τα έχει ανάγκη η αγορά. Αν καταφέρεις και έχεις και φυτά με βελτιωμένα χαρακτηριστικά, όπως θα έπρεπε να έχουν οι κλώνοι, τότε η κλωνική επιλογή έχει κερδίσει τον στόχο της.

Από ποιες ελληνικές ποικιλίες κυκλοφορούν στο εμπόριο (φυτώρια) και έχουν καλλιεργηθεί μεμονωμένοι κλώνοι;

Εδώ και μία εικοσαετία καλλιεργούνται μη πιστοποιημένοι ‘κλώνοι’ του Ξινόμαυρου στη Νάουσα και το Αμύνταιο, ενώ τα τελευταία χρόνια, μέσα από τη συνεργασία της ΒΙΤΡΟ με τη Rauscedo (φυτώριο στη Β. Ιταλία) έρχεται στην Ελλάδα πιστοποιημένο υλικό (μπλε ετικέτα) κλώνων των ποικιλιών Λιάτικο, Λημνιό, Βιδιανό, Μαντηλαριά, Μοσχοφίλερο, Μοσχόμαυρο, και φέτος, Ξινόμαυρο και Ασύρτικο.


Κώστας Μπακασιέτας, γεωπόνος, ιδιοκτήτης φυτωρίου


Από πότε ασχολείστε με την έρευνα σχετικά με την κλωνική επιλογή;

Με την έρευνα για τις ποικιλίες, τους κλώνους και γενικότερα την κλωνική επιλογή ασχολούμαι από το 1998, όταν και πέρασα ως φοιτητής στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Όμως το μικρόβιο και κυρίως το μεράκι της κλωνικής επιλογής, άρχισα να το αποχτώ από τον Νοέμβριο του 2003, όταν και είχα την πρώτη επαφή στο Montpellier της Γαλλίας με τον Jean-Michel Boursiquot, και αυτή η στιγμή ήταν κομβική και αποτέλεσε για εμένα τον πρώτο σταθμό σε αυτήν την ιστορία.

Ο Boursiquot ήταν τότε διευθυντής του κρατικού οργανισμού της Γαλλίας, τον τότε ENTAV, που είχε και την ευθύνη για την κλωνική επιλογή στη Γαλλία από το 1960, και μετέπειτα καθηγητής αμπελουργίας και αμπελογραφίας του γεωπονικού πανεπιστημίου του Montpellier. Ταυτόχρονα, το καλοκαίρι του 2004, τελειώνοντας τη Γεωπονική Αθηνών, κατάφερα να γίνω δεχτός σε ένα σπουδαίο μεταπτυχιακό αμπελουργίας-οινολογίας που για πρώτη φορά λάμβανε χώρα, κάτω από τη συνεργασία των δύο μεγαλύτερων σχολών στον κόσμο ίσως, της γεωπονικής του Montpellier και της γεωπονικής του Bordeaux. Εκεί άρχισα να μυούμαι ουσιαστικά και να εξελίσσομαι ραγδαία στην αμπελουργία, ως γεωπόνος πλέον. Σε αυτό το διάστημα, 2005 - 2007, έμεινα στη Γαλλία, και ταυτόχρονα με τις σπουδές μου, εργάστηκα στον ENTAV, έκανα αποστολές μαζί με τους Γάλλους ειδικούς στους αμπελώνες της Γαλλίας και της Ελλάδας. Τότε κατάλαβα ότι είχα ερωτευτεί την αμπελουργία, την αμπελογραφία και τη διαδικασία της κλωνικής επιλογής, και ότι το μέλλον μου θα ταυτιζόταν με την κλωνική επιλογή στις ελληνικές ποικιλίες αμπέλου.

Ποιες ποικιλίες έχετε διερευνήσει και με ποια αποτελέσματα;

Το 2004 ήταν κομβική χρονιά, γιατί ήταν τότε που πήραμε την απόφαση να ξεκινήσουμε τηνσυνεργασία με τον κρατικό οργανισμό της Γαλλίας, πρώην ENTAV και νυν IFV. Ο αρχικός στόχος ήταν να ασχοληθούμε με τις 10 βασικότερες ελληνικές ποικιλίες. Θέλαμε να βρούμε 1 με 2 κλώνους ανά ποικιλία, και να φτιάξουμε το πρώτο πιστοποιημένο υλικό στην ιστορία της χώρας. Όμως το 2007, ύστερα από μια πολυήμερη αποστολή για ανεύρεση κλώνων στην Κρήτη και τη Σαντορίνη, προσπαθούσαμε να κάνουμε το τελευταίο βράδυ μια αξιολόγηση της αποστολής μας, πίνοντας ένα Ασύρτικο του 2003. Είναι ακόμη τόσο ζωντανή και η εικόνα, αλλά και η στιχομυθία που είχα με τον Jean-Michel… λες και έγινε χθες το βράδυ!
Εκείνο, λοιπόν, το βράδυ ήταν ο δεύτερος μεγάλος σταθμός σε αυτή τη σταδιοδρομία, αφού με ρώτησε ο Jean-Michel, με ένα ύφος γεμάτο προβληματισμό και απορία: «Κώστα, υπάρχει τεράστιο πρόβλημα. Δεν μπορούμε να βαδίζουμε σε όλα αυτά τα δύσβατα σημεία, με τους τόσο ηλικιωμένους αμπελώνες που σε λίγα χρόνια μάλλον δεν θα υπάρχουν, και να κάνουμε τα στραβά μάτια στον τεράστιο γενετικό πλούτο που υπάρχει γύρω μας. Δεν είναι δυνατόν να χαθεί όλος αυτός ο γενετικός πλούτος τόσο των ποικιλιών όσο και των κλώνων».
Τότε λοιπόν, μέσα στον αυθορμητισμό μου και τη δίψα για αυτό που έκανα, απάντησα πολύ απλά και λιτά: «… ε και τι έγινε, θα σημειώνουμε τα πάντα από εδώ και ύστερα»!!!

Και αυτό ήταν, στις αποστολές που ακολούθησαν τα επόμενα χρόνια, επισημαίναμε σαν διψασμένοι ερευνητές τα πάντα, ότι ήταν επιστημονικά διαφορετικό για τα μάτια μας. Εγώ τουλάχιστον όλα αυτά τα χρόνια, δεν είχα καταλάβει τι είπα εκείνο το βράδυ, ούτε είχα συνειδητοποιήσει το μέγεθος του όγκου της δουλειάς, αλλά και της έμμεσης ευθύνης που θα είχα στο προσεχές μέλλον απέναντι στην αμπελουργία της χώρας μου.

Φτάσαμε λοιπόν σήμερα, ύστερα από σχεδόν 20 χρόνια έρευνας και μελέτης των ελληνικών ποικιλιών, να έχουμε μελετήσει περισσότερες από 320 ποικιλίες και 1931 κλώνους. Έχουμε, φυσικά, ασχοληθεί με όλες τις γνωστές ποικιλίες που μπορεί να βρίσκουμε σήμερα στους αμπελώνες στη χώρα μας. Όμως, ακόμα πιο σημαντικό, είναι ότι έχουμε ανιχνεύσει και διασώσει τόσο φυτικό υλικό από σπάνιες γηγενείς ποικιλίες, όσο και φυτικό υλικό από ποικιλίες των οποίων η ταυτοποίηση ακόμη δεν είναι δυνατή. Μιλάμε για φυτικό υλικό που πολλές φορές αντιπροσωπεύει λιγότερο από 10 μεμονωμένα φυτά στην περιοχή καλλιέργειας της ποικιλίας.

Από ποιες ελληνικές ποικιλίες κυκλοφορούν στο εμπόριο και έχουν καλλιεργηθεί μεμονωμένοι κλώνοι; Υπάρχουν ορισμένες που έχουν μεγάλη ζήτηση;

Οι πρώτοι κλώνοι ελληνικών ποικιλιών εγγράφηκαν στη χώρα μας για πρώτη φορά το 2021. Η Hellenifera είναι ο οργανισμός που ιδρύσαμε μαζί με το ινστιτούτο της Γαλλίας, στη Νεμέα, και ο οποίος είναι υπεύθυνος για την εγγραφή όλου του φυτικού υλικού στην Ελλάδα, και συνεπώς και για τους κλώνους. H Hellenifera, λοιπόν, το 2021 έγγραψε στον εθνικό κατάλογο της χώρας μας τους πρώτους 20 κλώνους. Από αυτούς, 13 κλώνοι αναφέρονται σε 13 οινοποιήσιμες ποικιλίες, τις: Αγιωργιτικο, Ξινόμαυρο, Ασύρτικο, Μοσχοφίλερο, Ροδίτης, Βιδιανό, Βιλάνα, Σαββατιανό, Λημνιώνα, Αηδάνι Λευκό, Κοτσιφάλι, Μονεμβασιά και Ρομπόλα. Επιπλέον, το 2023 θα εγγραφούν άλλοι 3 κλώνοι από τις ποικιλίες Λαγόρθι, Κοϊνιάρικο και Ξυνιστέρι.

Πλέον, όλοι οι πρώτοι 13 κλώνοι είναι στην αγορά και οι αμπελουργοί τους φυτεύουν. Το πιο αξιοσημείωτο είναι ότι, παρόλο που οι περισσότεροι αμπελουργοί ήταν επιφυλακτικοί και διστακτικοί στο νέο αυτό φυτικό υλικό -το οποίο για ορισμένες ποικιλίες κυκλοφορεί στην αγορά από το 2014- τώρα πλέον αφού βλέπουν τα αποτελέσματα, δεν επιθυμούν να φυτέψουν τίποτα άλλο πέραν από έναν επιλεγμένο και πιστοποιημένο κλώνο σε κάθε ποικιλία. Γιατί είναι σίγουροι, και πεπεισμένοι πλέον, ότι μόνο έτσι θα μπορέσουν να δημιουργήσουν έναν βιώσιμο αμπελώνα με μέλλον και προοπτική, τόσο σε ποιοτικό αλλά κυρίως σε οικονομικό επίπεδο.

Οι κλώνοι που δείχνουν μια εντυπωσιακή ζήτηση είναι και οι κλώνοι που έχουν βελτιώσει εντυπωσιακά την εικόνα της ποικιλίας σε σχέση με το υλικό που υπάρχει ακόμη στους αμπελώνες μας, και είναι: ο κλώνος 001VNB στο Αγιωργίτικο, ο κλώνος 004VNB στο Ασύρτικο, ο κλώνος 011VNB στο Κοτσιφάλι, ο κλώνος 017VNB στο Μοσχοφίλερο, ο κλώνος 019VNB στον Ροδίτη και τέλος ο 022VNB στο Σαββατιανό. Οι κλώνοι των ποικιλιών Αγιωργίτικο, Ασύρτικο, Μοσχοφίλερο έχουν ήδη ξεκινήσει και το μεγάλο ταξίδι τους προς το διεθνή αμπελώνα, στην Αυστραλία, τη Νότια Αφρική και τις Η.Π.Α. (https://www.bakasietas.gr/el/rdi/hellenifera).