Το Beaujolais βρίσκεται στο νοτιότερο άκρο της Βουργουνδίας. Απέχει 400 χιλιόμετρα από το Παρίσι και μόλις 50 από τη Λυών. Είναι από αυτές τις περιοχές που σου κλέβουν την καρδιά με το πρώτο, coup de foudre ονομάζουν οι Γάλλοι αυτό τον έρωτα. Ομαλοί καταπράσινοι λόφοι, ήσυχα χωριουδάκια με κεραμιδένιες σκεπές και μυτερά καμπαναριά. Ένας παλαιο-ρομαντικός αέρας πλημμυρίζει επικίνδυνα την ατμόσφαιρα. Σταματάς στο πρώτο χωριό. Τριγυρνάς για λίγο στους πανομοιότυπους στενούς δρόμους, διασκεδάζοντας την ξαφνική απώλεια κάθε αίσθησης προσανατολισμού. Η ομορφιά της απλότητας έχει ήδη μαλακώσει τα άγχη, η ηρεμία χλευάζει το στρες. Κοντοστέκεσαι μπροστά στο επόμενο σπίτι-οινοποιείο-πωλητήριο κρασιών που βρίσκεις στον δρόμο σου. Το αποφασίζεις τάχιστα. Θα μπεις και θα δοκιμάσεις τα κρασιά του. Αυτό ήταν! Το Beaujolais σ’ έχει κερδίσει.
Το Beaujolais ανήκει όντως στη Βουργουνδία;
Η ιστορία απαντά πως το Beaujolais δεν ανήκε ποτέ στην επαρχία της Βουργουνδίας, αλλά πάντα σ’ αυτή της Λυών. Σε βοήθεια όμως τρέχει η φυσιολογία του εδάφους, που το παρουσιάζει σαν φυσική συνέχεια του Βουργουνδέζικου τοπίου. Ο αμπελώνας του, λέει ακόμη, τοποθετημένος στις ανατολικές όχθες και την πεδιάδα του Saône είναι συνέχεια αυτού της Mâcon. Επιπλέον, τα κρασιά του Beaujolais, παραδοσιακά, τα εμπορευόταν οι οινέμποροι του Mâcon και του Côte-d’Or.
Κι όμως, παρόλο που κατανοούμε τις, πολλές, φυσικές και παραδοσιακές σχέσεις, παρόλο που τα κρασιά του Beaujolais και της Βουργουνδίας είναι μέλη της ίδιας μεγάλης οικογένειας, αντιλαμβανόμαστε κι άλλες τόσες διαφορές. Οι οποίες, πρώτα απ’ όλα, οφείλονται στο σταφύλι, το Gamay. Από το 1395, με το διάταγμα της Dijon, ο Φίλιππος ο Τολμηρός οριοθέτησε την καλλιέργεια του σταφυλιού Gamay αποκλειστικά στο Beaujolais, αποκλείοντας την υπόλοιπη Βουργουνδία. Από τότε, το Gamay και το Beaujolais είναι αξεχώριστα. Καμιά άλλη περιοχή δεν είναι τόσο «μονοποικιλιακή». Το λιγοστό Chardonnay που καλλιεργείται για τις λευκές Ονομασίες Προέλευσης, αποτελεί -απλώς- την επιβεβαίωση του κανόνα.
Η επόμενη διαφορά εστιάζεται στο έδαφος, που είναι επίσης διαφορετικό απ’ ότι στην υπόλοιπη Βουργουνδία. Οι πλαγιές όπου καλλιεργείται το αμπέλι είναι γρανιτώδεις, σχιστολιθικές και αργιλώδεις, χωρίς ασβέστιο. Τα εδάφη στα πεδινά, περισσότερο υγρά και βαριά. Το Gamay, κλαδεμένο σε σχήμα Gobelet, είναι απόλυτα εγκλιματισμένο εδώ. Αισθάνεται σαν στο σπίτι του.
Συνεχίζουμε με την οινοποίηση και, βεβαίως, αναφέρομαι στα ολόφρεσκα Beaujolais nouveau, των οποίων το δυναμικό μάρκετινγκ έκανε παγκοσμίως γνωστή την περιοχή. Βαθυκόκκινα, εξαιρετικά αρωματικά και μαλακά φεύγουν για να κατακτήσουν τον παγκόσμιο καταναλωτή αμέσως μετά την παραγωγή τους. Primeur τα ονομάζουν οι γάλλοι και εμείς μεταφράζουμε «κρασιά πρώιμης κατανάλωσης». Ο ξεχωριστός χαρακτήρας αυτών των κρασιών οφείλεται στην ιδιαίτερη οινοποίησή τους, με εκχύλιση σε ατμόσφαιρα διοξειδίου του άνθρακα (CO2).
Τέλος, αναγνωρίζουμε κάποια διαφορά και στην εμπορία των κρασιών του Beaujolais. Οι γνωστοί οίκοι του, βλέπετε, αυτοί που κυκλοφορούν τις πιο διάσημες ετικέτες, ανήκουν σε οινέμπορους. Που σημαίνει ότι δεν οινοποιούν οι ίδιοι τα κρασιά τους, αλλά τα αγοράζουν από μικρούς παραγωγούς και τα εμφιαλώνουν.
Αμπελώνες και κρασιά
Ο αμπελώνας του Beaujolais απλώνεται, από βορρά προς νότο, σε 55 χιλιόμετρα και από ανατολάς προς δυσμάς σε άλλα 15.
Στο βόριο τμήμα της ζώνης παράγονται τα 10 Beaujolais Crus. Ονομαστά κρασιά, αντιπροσωπεύουν το 25% της συνολικής παραγωγής του: Juliénas, Saint-Amour, Chénas, Moulin-à-vent, Fleurie, Chiroubles, Morgon, Régnié, Côte de Brouilly, Brouilly.
Γύρω τους, σε άλλες 39 κοινότητες, παράγονται τα Beaujolais Villages που ισοδυναμούν με άλλο 25%. Το 50% που απομένει, παράγεται στο νότιο και πιο πεδινό κομμάτι και αποτελεί τον «ποταμό» του ερυθρού Beaujolais που σερβίρεται σε καράφες παντού στην περιοχή. Σήμερα τα κρασιά του Beaujolais είναι τόσο γνωστά στη Γαλλία όσο και στο εξωτερικό, εφόσον το 50% της παραγωγής τους κατευθύνεται στις εκτός Γαλλίας αγορές.
Το προφίλ των κρασιών του Beaujolais
Τα κρασιά του Beaujolais έχουν πολλούς κοινούς χαρακτήρες. Ρουμπινί φορεσιά, με έντονα βιολετιές αποχρώσεις. Αρωματική μύτη φρέσκων φρούτων και αρκετές νότες λουλουδιών. Είναι κρασιά μαλακά, στρόγγυλα, με πλούσιο σώμα και φρεσκάδα. Τα crus όμως, εμφανίζουν επιπλέον τυπικότητα. Ορισμένα δε, ανάμεσά τους, με το πέρασμα του χρόνου εξελίσσονται πολύ όμορφα. Διαβάστε, λοιπόν, και ανάλογα με το γούστο και τη διάθεσή σας, αναζητήστε τα εξής:
Brouilly και Côte de Brouilly: αυτά τα κρασιά έχουν αρώματα φρέσκων φρούτων, μοσχοβολούν δαμάσκηνα, μύρτιλα, κεράσια. Με αρκετή αλκοόλη και κομψές τανίνες είναι εύρωστα και καλά ισορροπημένα.
Chiroubles: ελαφρότερα σε χρώμα και τανίνες αναδύουν αρώματα λουλουδιών, κυρίως βιολέτας και μιγκέ. Είναι κρασιά κομψά, φίνα, με «θηλυκά» θέλγητρα και φρεσκάδα.
Fleurie: έντονα αρώματα ίριδας, βιολέτας και τριαντάφυλλων κάνουν το Fleurie τον βασιλιά των crus. Κρασί με εξαιρετική κομψότητα και ρουμπινί χρώμα που ντύνει ένα σαρκώδες σώμα. Ο χαρακτήρας του εξελίσσεται για τουλάχιστον 5 με 10 χρόνια.
Morgon: ρωμαλέο κρασί, γενναιόδωρο και πλούσιο, με αρώματα κερασιών, κασίς, ροδάκινων και δαμάσκηνων. Μια καλή χρονιά μπορεί να διατηρήσει τους τυπικούς χαρακτήρες της για 4-5 χρόνια.
Moulin-à-vent: φορεσιά του είναι η πορφύρα, με γκρενά παιχνιδίσματα. Ωραιότατο, στιβαρό και στέρεο με τη δύναμη των τανινών και άρωμα ανοικτών τριαντάφυλλων. Είναι ένα κρασί που μπορεί να αντέξει αρκετά στον χρόνο (7-15 χρόνια).
Chénas: vin de garde, γενναιόδωρο και τρυφερό, χάρη στην κομψότητα και την επιμονή των τανινών. Η μύτη του χαρακτηρίζεται από καθαρές λουλουδένιες νότες. Εδώ, το παρομοιάζουν με μπουκέτο λουλουδιών τοποθετημένων σ’ ένα βελούδινο πανέρι.
Juliénas: βαθύ πορφυρό, έντονο κρασί με σώμα, δύναμη και άρωμα λουλουδιών και φρούτων.
Saint-Amour: κρασί ζωντανό με φιλήδονη ελαφρότητα. Στη μύτη του κυριαρχούν τα αρώματα φράουλας, φραγκοστάφυλου, κασίς και βερίκοκου. Στο στόμα είναι τρυφερό και αρμονικό.
Régnié: με το κόκκινο του κερασιού για χρώμα, το κρασί ενώνει φινέτσα, μαλακιά γεύση και γοητεία. Αναδύει αρώματα κόκκινων φρούτων δίπλα σε κάποια ελαφρά, φίνα λουλουδιών. Καλά ισορροπημένο διαθέτει αξιοσημείωτη διάρκεια στόματος.