ο γαλλικός όρος για το αμπελοτόπι, τμήμα αμπελουργικής ζώνης ή αμπελώνα που δίνει κρασιά ποιότητας με εξαιρετικό χαρακτήρα
ο γαλλικός όρος που περιγράφει το σύνολο των ποιοτικών παραμέτρων ενός αμπελώνα: έδαφος, υπέδαφος, προσανατολισμός, μικροκλίμα, ποικιλίες σταφυλιού, καλλιεργητικές τεχνικές.
Αφρώδη κρασιά ή σαμπάνιες που δεν αναγράφουν στην ετικέτα τους τη χρονολογία της εσοδείας, καθώς αποτελούν χαρμάνια κρασιών περισσοτέρων από μιας εσοδειών.
ερυθρές χρωστικές ουσίες που βρίσκονται στους φλοιούς των σταφυλιών. Σ' αυτές οφείλεται το κόκκινο χρώμα του κρασιού.
Η διαδικασία με την οποία απομακρύνονται οι βόστρυχοι (κοτσάνια) από τις ράγες των σταφυλιών στην αρχή της οινοποίησης.
Σημάδι ωρίμανσης ή παλαίωσης του κρασιού σε βαρέλι. Οφείλεται στη βανιλίνη, συστατικό του ξύλου του βαρελιού, η οποία διαλύεται σταδιακά στο κρασί.
κρασί μαλακό, που χαϊδεύει ευχάριστα τον ουρανίσκο.
κρασί υψηλόβαθμο, πλούσιο σε γεύση και σε άρωμα.
Το σύνολο των οργανοληπτικών χαρακτηριστικών, δηλαδή των οπτικών, οσφρητικών, γευστικών χαρακτηριστικών ενός κρασιού.
η περιγραφή του χρόνου που το άρωμα και η γεύση παραμένουν στο στόμα μας αφού καταπιούμε το κρασί. Η μεγάλη διάρκεια είναι σημάδι ποιότητας.
η αίσθηση που μας απομένει στο στόμα αφού καταπιούμε το κρασί.
σημάδι ότι το κρασί εμφανίζει κάποιο πρόβλημα.
κρασί με αρμονία στις επιμέρους γεύσεις.
το βρίσκουμε σε κρασιά που έχουν περάσει από βαρέλι. Οφείλεται στο εσωτερικό «κάψιμο» των βαρελιών, σημαντικότατη διαδικασία κατά την παρασκευή τους.
σημάδι παλαίωσης, σε κόκκινο κρασί.
κρασί που παρά την παλαίωσή του δεν παρουσιάζει την αναμενόμενη μείωση της ξινής και της στυφής γεύσης, δεν έχει «μαλακώσει» αρκετά.
κρασί ταλαιπωρημένο από ταξίδι, υψηλές θερμοκρασίες και εν γένει κακές συνθήκες συντήρησης.
περιγραφή της όψης που χαρακτηρίζει ένα φρέσκο λευκό κρασί με ικανοποιητική οξύτητα.
κρασί με αρκετές τανίνες που δεν είναι ωστόσο στεγνές ή ενοχλητικές.
τα συναντάμε στα φρέσκα κρασιά, κυρίως τα λευκά. Πιο συνηθισμένα είναι των; τριαντάφυλλου, γιασεμιού, ακακίας, λεμονανθών, βιολέτας.
ερυθρό κρασί που δεν έχει ενοχλητική όξινη και στυφή γεύση.
σημάδι νεότητας, σ' ένα ερυθρό κρασί.
χρησιμοποιείται για ένα κρασί που έχει ωριμάσει και αποκτήσει αρωματική πολυπλοκότητα.
ένας γενικός όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει τα αρώματα του κρασιού
κρασί που δεν έχει φτάσει ακόμη στην ωριμότητα, στο απόγειο των χαρακτήρων που μπορεί να μας προσφέρει.
κρασί με έκδηλη έως επιθετική οξύτητα.
αλλοίωση του κρασιού που προκαλείται από το οξυγόνο του αέρα. Περισσότερο ευπρόσβλητα εμφανίζονται τα κρασιά και τα παλαιά ερυθρά λευκά. Την αντιλαμβανόμαστε από το καφέ χρώμα και τη μυρωδιά σάπιου μήλου. Σε μερικές όμως περιπτώσεις κρασιών, όπως τα sherry, η ελεγχόμενη οξείδωση μπορεί να είναι ευεργετική.
η ξινή γεύση του κρασιού, η οποία συντελεί στην φρεσκάδα αλλά και στη μακροβιότητά του.
κρασί που διαθέτει πληθωρική γεύση.
αν τις δείτε σε λευκό κρασί σημαίνει ότι είναι νεαρότατο.
κρασί που καταναλώνεται πολύ σύντομα, λίγους μήνες, μετά από την οινοποίησή του, π.χ. Beaujolais Nouveau.
κρασί με σώμα, με καλοσχηματισμένους και δεμένους μεταξύ τους χαρακτήρες.
κρασί με σώμα και ισορροπημένη γεύση. Καμιά γεύση δεν ξεχωρίζει από την άλλη. Καμιά δεν υστερεί και καμιά δεν υπερέχει.
ο όρος περιγράφει το πως συμπεριφέρεται το κρασί στο στόμα μας. Ένα κρασί με σώμα, είναι πλούσιο σε συστατικά και αφήνει το στόμα μας γεμάτο από γευστικές εντυπώσεις.
οι ουσίες που περιέχονται στο φλοιό και το κουκούτσι των σταφυλιών και είναι υπεύθυνες για τη στυφή γεύση των κρασιών αλλά και για τον πλούτο του. Με την παλαίωση και την πάροδο του χρόνου «μαλακώνουν», χάνουν δηλαδή την επιθετική τους στυφάδα.
που αρχικά υποδηλώνει νεότητα. Χρησιμοποιείται για την περιγραφή των αρωμάτων συγκεκριμένων σταφυλιών.
στα λευκά ξηρά κρασιά υποδηλώνει την πάροδο του χρόνου. Στα γλυκά όμως συναντάται από τις νεαρές ηλικίες.